Η εξέλιξη της τεχνολογίας της διαρρινικής ενδοσκόπησης με εύκαμπτο ενδοσκόπιο κατά τις δεκαετίες 1970 και 1980, στην Αμερική, κυριολεκτικά έριξε φως στην επιστήμη της φωνής καθώς επέτρεψε την παρακολούθηση και καταγραφή της λειτουργίας του φωνητικού μηχανισμού, σε πραγματικό χρόνο, κατά τη διάρκεια της συνεχούς φώνησης. Η μελέτη της λειτουργικής φυσιολογίας της φώνησης απετέλεσε την πηγή νέων δεδομένων για την συστηματοποίηση επιστημονικά τεκμηριωμένων τεχνικών αντιμετώπισης και αποκατάστασης φωνητικών διαταραχών.
Επιπλέον τεχνικές καταγραφής, όπως η ηλεκτρομυογραφία λάρυγγος (LEMG), εξελίχθηκαν ώστε να επιτρέπουν την συλλογή πληροφοριών, σε πραγματικό χρόνο, για την συμμετοχή συγκεκριμένων μυϊκών ομάδων του φωνητικού μηχανισμού κατά την διάρκεια παραγωγής διαφόρων ποιοτήτων φωνής (Estill, Baer et al 1984). Το ηλεκτρογλωττιδογράφημα (EGG) συνέβαλε στην επιστήμη της φωνής με την καταγραφή της αναλογούσας χρονικής διάρκειας των ανοιχτών και κλειστών φάσεων της γλωττίδας (Estill, Baer et al, 1983). Οι ακτινογραφίες, για την ακτινοβολία των οποίων εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε μεγάλος περιορισμός, έδωσαν σαφείς εικόνες για την χωροτακτική τοποθέτηση διαφόρων τμημάτων του φωνητικού μηχανισμού (Εstill, 1982). Τα εξελιγμένα συστήματα φωνητικής ανάλυσης της εταιρίας Kay Elemetrics,, New Jersey, απέδιδαν, και συνεχίζουν να αποδίδουν, χρήσιμες πληροφορίες για την επαλήθευση και αξιοπιστία των τιμών της ανάλυσης των ακουστικών παραμέτρων της φωνής.
Η εφαρμογή όλων των τεχνολογικών επιτευγμάτων στην έρευνα της φωνής επέτρεψε την επαναξιολόγηση πολλών παρερμηνευμένων θεωρήσεων που αφορούσαν στον τρόπο παραγωγής της φωνής. Οδήγησε στην αρχή μιας νέας θεώρησης που συσχετίζει την ανατομία και φυσιολογία του λάρυγγα με τις ακουστικές ιδιότητες της παραγόμενης φωνής. Ετσι, η απόφαση για το ποιές ακουστικές παράμετροι αντιστοιχούν στις ανάλογες αντιληπτικές ιδιότητες της φωνής και κατ’ επέκταση, η απόφαση σε ποιές παράμετρους του φωνητικού μηχανισμού θα στοχεύσει η θεραπευτική προσέγγιση, μπορεί να εντοπιστεί και να αξιολογηθεί με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Μερικά σημεία σημαντικής διαφοροποίησης των νεότερων θεραπευτικών προσεγγίσεων απο τις πιο “παραδοσιακές” μεθόδους, σχετίζονται με το επίπεδο του φωνητικού μηχανισμού στο οποίο στοχεύουν και με τον τρόπο μετάδοσης και εφαρμογής των τεχνικών. Η βασική δομή του μηχανισμού φώνησης αποτελείται από την πηγή του αέρα (τα αναπνευστικά όργανα), την πηγή δημιουργίας ήχου (τον λάρυγγα με τις φωνητικές πτυχές), και τις υπερλαρυγγικές κοιλότητες, η διαμόρφωση των οποίων δίνει στην φωνή την οριστική της μορφή. Ορισμένες από τις πιο διαδεδομένες κλασσικές θεραπευτικές τεχνικές ( Accent Method, Confidential Voice, Progressive Relaxation) στοχεύουν στην τροποποίηση συμπεριφορών στο επίπεδο των αναπνευστικών οργάνων, στο επίπεδο του λάρυγγα και στην αλλαγή στον τρόπο χρήσης της φωνής. Επίσης, δίνεται έμφαση στην χαλάρωση και σε αναπνευστικές ασκήσεις, που στοχεύουν στην αλλαγή αναπνευστικών συμπεριφορών και αναπνευστικής στήριξης της φωνής για καλύτερη διαχείρηση της αναπνευστικής δύναμης. Έρευνες των τελευταίων ετών υποδεικνύουν ότι η προσπάθεια για αλλαγή των αναπνευστικών συνηθειών και η προσπάθεια για μυϊκή χαλάρωση κατά την διαρκεια της φώνησης δεν αποτελούν ριζική λύση για την αποκατάσταση της δυσφωνίας .
Νεότερες τάσεις της λογοθεραπείας / φωνοθεραπείας στοχεύουν στην διαμόρφωση του χώρου πάνω απο το επίπεδο των φωνητικών πτυχών, δηλαδή στην υπερλαρυγγική μοίρα, για την αποκατάσταση της διαταραγμένης φωνής και την εκπαίδευση της υγιούς φωνής. Μία από τις πλέον τεκμηριωμένες και ολοκληρωμένες προσεγγίσεις είναι η μεθόδος φωνοθεραπείας Voicecraft© (Bagnall, 2002) η οποία εξέλιξε την φωνοθεραπεία σε επιστήμη που στοχεύει στην αναδιοργάνωση ενος αποδιοργανωμένου φωνητικού μηχανισμού και στην εφαρμογή εξατομικευμένα ιεραρχημένων τεχνικών, που επιτρέπουν στην κάθε φωνή να λειτουργεί στο έπακρο των δυνατοτήτων της. Τόσο η μέθοδος Voicecraft© όσο και άλλες προσεγγίσεις (π.χ. Estill’s Complusory Figures for Voice (Estill, 1996), Resonant Voice Therapy), πλαισιωμένες από έρευνες και παρουσιάζοντας μετρήσιμα θεραπευτικά αποτελέσματα, διαφοροποιήθηκαν από τις παλαιότερες τεχνικές, που γεννήθηκαν ουσιαστικά μέσα από την πείρα της καλλιτεχνικής φωνητικής αγωγής στην εκπαίδευση της φωνής. Οι καλλιτεχνικού τύπου ασκήσεις στοχεύουν στην καλλιτεχνική εκπαίδευση μιας υγιούς φωνής με βασικό κριτήριο το αισθητικό αποτέλεσμα της παραγόμενης φωνής, σε αντίθεση με το τι είναι εφικτό για την φυσιολογία ενός λάρυγγα (Honda & Estill, 1986, Estill, 1982). Καποιες έρευνες συμπεραίνουν ότι καλλιτεχνικού τύπου τεχνικές, οι οποίες προσαρμοστηκαν στις ανάγκες των διαταραγμένων φωνών, παρουσιάζουν μειωμένα θετικά αποτελέσματα στην εκπαίδευση και, ιδιαίτερα, στην αποκατάσταση της φωνής από διαταραχές φώνησης (Milbrath & Solomon, 2003, Glaze et al , 2003).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι έρευνες που προτείνουν την επαναξιολόγηση γενικών παραδοχών σε ότι αφορά την παραγωγή φωνής. H ευρέως διαδεδομένη άποψη, ότι οι ιδιαίτερες φωνητικές απαιτήσεις, η παρατεταμένη και εντατική χρήση της φωνής και οι δυσμενείς περιβαλλοντολογικές συνθήκες οδηγούν σε διαταραχές της φωνής (Rogerson & Dodd, 2005, Solomon, Glaze et al, 2003), καταλήγει στο συμπέρασμα πως ο φωνητικός μηχανισμός δεν επιδέχεται καταπόνηση ή παρατεταμένη χρήση με ιδιαίτερες εντάσεις. Αυτή η άποψη είναι πλέον υπο αμφισβήτηση. Νεότερα δεδομένα επιβεβαιώνουν πως οι μυς των φωνητικών πτυχών απαρτίζονται από μακράς διάρκειας, βραχείας σύσπασης μυϊκές ίνες που εξασφαλίζουν μεγάλη μυϊκή δύναμη και μεγάλη αντοχή στην κόπωση ( Gotaas & Starr, 1993, Han, Wang et al, 1999, Welham & Maclagan, 2003). Τα ευρήματα αυτών και άλλων ερευνών προτρέπουν στην σκέψη πως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στις διαταραχές της φωνής, όπως η γενική φυσική κατάσταση του ατόμου (Thomas, Kooijman et al, 2006) τα επίπεδα γενικής κόπωσης, το στρές (Bagnall, 2008) και οι επιδράσεις αυτών των στοιχείων στον τρόπο χρήσης της φωνής. Κατά την ίδια έννοια, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στη βέλτιστη λειτουργία του λάρυγγα. Η φωνητική τεχνική και η μελετημένη τοποθέτηση του φωνητικού μηχανισμού απο το επίπεδο των φωνητικών πτυχών και πάνω, είναι μια νέα προοπτική στην εκπαίδευση και αποκατάσταση της φωνής. Δυστυχώς, ελάχιστες έρευνες αξιολογούν και συγκρίνουν την επιτυχία διαφόρων φωνητικών τεχνικών στην αποκατάσταση των διαταραχών της φωνής. Υπο εξέλιξη βρίσκεται μια τέτοια έρευνα, στην χώρα μας, από την διεπιστημονική ομάδα Φωνής, Κατάπωσης και Ομιλίας του Voice and Swallowing Centre, Αθήνα .
Η λειτουργική αναγκαιότητα της εφαρμογής ενεργητικής προσπάθειας για την βέλτιστη οργάνωση του λάρυγγα και της φωνητικής διόδου για τη διατήρηση μιας υγιούς φωνής είναι μάλλον το σημαντικότερο δεδομένο που διαφοροποιεί τις νέες θεραπευτικές τάσεις (Bagnall & McCulloch, 2005). Η παλαιότερη βιβλιογραφία στην έρευνα της φωνής προτρέπει όποιον κάνει έντονη χρήση φωνής, είτε για τραγούδι είτε για ομιλία, να παραμένει χαλαρός για την διατήρηση “καλής φωνητικής τεχνικής”. Ακόμα και σε πιο σύγχρονη βιβλιογραφία, η προτροπή για μυϊκή χαλάρωση είναι αρκετά συχνή. Η μυϊκή ένταση, η εφηρμοσμένη προσπάθεια, η ένταση και η χρήση δύναμης θεωρούνται από πολλούς ειδικούς ως επιβλαβή στην υγιή φώνηση και στοιχεία υπεύθυνα για την δημιουργία φωνητικών προβλημάτων.
Στην πράξη όμως τα πράγματα δείχνουν να είναι διαφορετικά. Ορισμένοι τραγουδιστές, ηθοποιοί και εκπαιδευτικοί φαίνονται να καταβάλλουν αρκετή μυϊκή δύναμη και προσπάθεια στην παραγωγή υγιούς και δυνατής φωνής. Η ένταση τους είναι εμφανής στον μυϊκό τόνο των μυών του λαιμού και του αυχένα, ένταση η οποία προδίδει προσπάθεια και ενεργητική συμμετοχή. Και παρόλο που η υγιής εφαρμογή της μυϊκής δύναμης στους καλλιτέχνες είναι αποδεκτή, τόσο οι επαγγελματίες χρήστες φωνής όσο και τα παιδιά συνεχίζουν να δέχονται συμβουλές για το πως να μειώσουν την ένταση του λαιμού, των βλεφάρων, του σαγονιού, κλπ. με την προτροπή πως η ένταση αυτή είναι η πηγή των δυσκολιών τους με την φωνή. Νεότερες έρευνες προτρέπουν στην εξέλιξη των τεχνικών αποκατάστασης από τις μεθόδους χαλάρωσης, ενώ αναγνωρίζεται όλοένα και περισσότερο η αθλητική φύση της ανθρώπινης φωνης (Μiller, 1993, Callaghan, 2000).
Η νεότερη λοιπόν τάση παραπέμπει στην μελετημένη χρήση της μυϊκής έντασης για τη διατήρηση της υγείας, της αντοχής και της ευελιξίας της φωνής τόσο για το τραγούδι όσο και για την ομιλία. Η ανάπτυξη του διαφοροποιημένου ελέγχου πολλαπλών παραμέτρων του λάρυγγα και της φωνητικής διόδου επιτρέπει την συστηματική και ελεγχόμενη έκφραση των δυνατοτήτων της φωνής. Ο ανθρώπινος φωνητικός μηχανισμός υπακούει στους ίδιους νόμους που καθοδηγούν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα μουσικά όργανα – δηλαδή τους κλασσικούς νόμους της ακουστικής φυσικής. Κατά τον ίδιο τρόπο που ελέγχουμε το μέγεθος και το σχήμα των μουσικών οργάνων, μπορούμε να ελέγχξουμε το σχήμα του ανθρώπινου φωνητικού μηχανισμού και να επιφέρουμε τις ανάλογες αλλαγές στην βασική συχνότητα, την ηχηρότητα και την δύναμη της φωνής (Harris, Harris et al, 1998; Yanagisawa, Estill et al, 1989, Lombard & Steinhauer, 2007)).
Με τα νέα δεδομένα λοιπόν, η συνολική εκτίμηση της λειτουργικής δομής της φωνής θεωρεί οτι ο λάρυγγας :
είναι ουσιαστικά μία βαλβίδα αποτελούμενη απο τις νόθες και τις γνήσιες φωνητικές πτυχές οι οποίες πληρούν δύο βασικές λειτουργίες. Πρώτον, η σύγκλειση των δύο ζευγών των φωνητικών πτυχών (γνησίων και νόθων) προστατεύει τον αεραγωγό για ασφαλή κατάποση. Δεύτερον, η σύγκλειση αυτή επιτρέπει την αύξηση της ενδοθωρακικής πίεσης για να επιτευχθεί η απαιτούμενη δύναμη για την επιτέλεση σωματικών λειτουργιών (αφόδευση, απόχρεμψη, βήχας, κλπ.) και τη δυνατότητα να καταβάλουμε μυϊκή δύναμη και προσπάθεια.
μπορεί να προσαρμοστεί για την υγιή παραγωγή φωνής με την ενεργή απαγωγή των νόθων φωνητικών πτυχών και την ταυτόχρονη προσαγωγή των γνήσιων φωνητικών πτυχών.
απαιτεί μεγάλα αποθέματα δυναμικής ενέργειας για να προσαρμοστεί σε αυτή τη (φωνητική) λειτουργία και για την τροποποίηση του σχήματος του λάρυγγα για τη διατήρηση σταθερότητας της βασικής συχνότητας και την αναδιανομή της ακουστικής ενέργειας για την παραγωγή ηχηρότητας στη φωνή.
επανέρχεται στην φυσική του προστατευτική λειτουργία κλείνοντας την βαλβίδα με την προσαγωγή των γνήσιων και νόθων φωνητικών πτυχών, όταν δεν υπάρχει διαθέσιμη η απαιτούμενη ενέργεια για την διασφάλιση της προστασίας του αεραγωγού ή όταν απαιτείται η χρήση ιδιαίτερης μυϊκής δύναμης ή προσπάθειας, π.χ. για να σηκώσουμε μεγάλο βάρος, να σπρώξουμε ή να τραβήξουμε (Fink & Demarest, 1978, Harris, Harris et al, 1998)
Τα αποτελέσματα πολλαπλών ερευνών οδήγησαν στην εξέλιξη τεχνικών που ασκούν τον διαφοροποιημένο έλεγχο 7 παραμέτρων του φωνητικού μηχανισμού.:
Ο έλεγχος των νόθων φωνητικών πτυχών θεωρείται προϋπόθεση για τον βέλτιστο έλεγχο της φωνής. Η εκούσια ενεργητική προσπάθεια στην απαγωγή των νόθων φωνητικών πτυχών, οδηγεί στην εμπειρία μιας φωνής η οποία είναι ελεύθερη από ακουστικό θόρυβο (βραχνάδα) και εύκολη στην παραγωγή της.
Οι γνήσιες φωνητικές πτυχές μπορούν να εναλλάσσονται μεταξύ τριών διαφορετικών τοποθετήσεων για την παραγωγή τριών ειδών έναρξης φωνής. Η ικανότητα αυτή εξασφαλίζει ευχέρεια στην συναίσθηση της διαφοράς μεταξύ συμφέρουσας και μη-συμφέρουσας τοποθέτησης του λάρυγγα για τη βέλτιστη φώνηση.
Ο ρινοφαρυγγικός ισθμός μπορεί να είναι ανοιχτός ή κλειστός για έλεγχο της ρινικής αντήχησης της φωνής.
Η σταθεροποίηση του φωνητικού μηχανισμού με την συμμετοχή των εξωτερικών στηρικτικών μυών του λάρυγγα. Σε συνδυασμό με συγκεκριμένη τοποθέτηση των γνήσιων φωνητικών πτυχών, αυτή η τεχνική συμβάλλει στην καθαρότητα της φωνής σε ιδιαίτερα μικρές εντάσεις ή αντιθέτως εξασφαλίζει ασφάλεια στην παραγωγή φωνής σε μεγάλα επίπεδα έντασης.
Το μήκος της φωνητικής διόδου μπορεί να αλλάζει, ανάλογα με το αν θέλουμε κοντή η μακρά δίοδο, χρησιμοποιώντας τους σχετικούς εξωτερικούς στηρικτικούς μύς , ενέργεια η οποία όχι μόνο βοηθάει στην εκμετάλλευση της μέγιστης φωνητικής έκτασης, αλλά επιτυγχάνει το σωστότερο μήκος του λάρυγγα για την αντίστοιχη ένταση – κοντός λάρυγγας για φωνή σε μεγαλύτερη ένταση, και πιο μακρύς λάρυγας για απαλή και γλυκειά φωνή.
Η τοποθέτηση της γλώσσας (συγκεκριμένα η μάζα του σώματος της γλώσσας, όχι το λεπτό πρόσθιο τμήμα της) μπορεί να είναι σε ψηλή ή χαμηλή θέση μέσα στη στοματική κοιλότητα. Αναλόγως τροποποιείται το σχήμα αυτής της κοιλότητας με αντίστροφη αναλογία στο μέγεθος του φάρυγγα. Η σωστή τοποθέτηση της γλώσσας ελαχιστοποιεί το ρίσκο πίεσης και λαρυγγικού σφιξίματος.
Ο έλεγχος της δυνατότητας στένωσης στην περιοχή του φύματος της επιγλωττίδας. Ο έλεγχος αυτός σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες δεξιότητες, επιτρέπει την δημιουργία ηχηρότητας στη φωνή με χαρακτηριστική άνεση και ευκολία. Ο έλεγχος της στένωσης σε αυτό το επίπεδο επηρεάζει άμεσα την ηχηρότητα της φωνής και την δημιουργία συχνοτήτων μεταξύ 3-4 kHz, συχνότητες οι οποίες απαρτίζουν το singer’s (και speaker’s) formant.
Η παρατήρηση οδηγεί στη γνώση και η γνώση αντικαθιστά την διαίσθηση. Με προϋπόθεση την αρχή πως κάνουμε καλύτερα αυτό που γνωρίζουμε καλά, συνεπάγεται οτι η φωνή παράγεται στο έπακρο των δυνατοτήτων της μόνο όταν ο χρήστης φωνής αποκτήσει πλήρη κατανόηση, συνείδηση και συναίσθηση για τη βέλτιση λειτουργία του φωνητικού του μηχανισμού. Τα νέα δεδομένα στην επιστήμη της φωνής προσεγγίζουν την θεραπευτική αποκατάσταση της φωνής με επιστημονικά τεκμηριωμένες ασκήσεις. Η επιστήμη της λογοθεραπείας έχει πλέον ισχυρά μέσα να προσφέρει στον καθένα που θέλει να εξελίξει τις δυνατότητες της φωνής του για κάθε φωνητική χρήση. Μαζί η καλλιτεχνική φωνητική αγωγή με την μακρά πείρα της και η επιστήμη, με την εξελιγμένη τεχνογνωσία στην εκπαίδευση της φωνής, μπορούν να απελευθερώσουν την μαγεία της φωνής για να εκφράσει όλη την αλήθεια της.